Tuesday, October 17, 2006

Ραφαήλ

Όλοι θα γνωρίζετε την παράδοση των γραφών, όπου ο Μιχαήλ ήταν ο αρχάγγελος εκείνος που σταμάτησε την κατάρρευση του ουρανού, όταν ο αδελφός του, ο άλλος αρχάγγελος, έκανε το ‘τραγικό’ σφάλμα να πάρει την πρώτη πρωτοβουλία. Κι φυσικά την άλλη γνωστή ιστορία του Ευαγγελισμού, όπου πρωταγωνιστεί ο άλλος τους αδελφός, ο Γαβριήλ. Σίγουρα όμως δε θα ξέρετε την ιστορία του μικρού τους αδελφού, του αρχάγγελου Ραφαήλ, μια ιστορία που κι εγώ την έμαθα μόλις πριν λίγο…

Ζήτησε μια μέρα ο Ραφαήλ απ’ τον μεγάλο φρουρό των ουρανών, τον παντοδύναμο Μιχαήλ, την άδεια να επισκεφθεί τη κόλαση. Πολλά ακούγονταν κι είχαν γραφτεί γι αυτό το παράξενο τόπο και μια επιτόπια έρευνα θα ήταν τουλάχιστον ενδιαφέρουσα… Του άνοιξαν τη πύλη, μια πύλη που στην κυριολεξία χώριζε τους δυο κόσμους ολοκληρωτικά. Ήταν μια βαριά κατάμαυρη μεταλλική πύλη, στη μέση ενός ακατέργαστου αδιαπέραστου τείχους, που δε φαινόταν να τελειώνει πουθενά. Περιέκλειε την κόλαση [ή τον κόσμο μας;] [ή μήπως και τα δυο;] πάνω, κάτω, αριστερά και δεξιά…

Μπήκα μέσα με τρόμο, μετά από όσα είχα ακούσει γι αυτή τη περιοχή, αλλά πολύ σύντομα ηρέμησα, μάλιστα ηρέμησα υπερβολικά, γιατί δεν υπήρχε τίποτα που να ταράξει την ηρεμία μου. Ώστε αυτή η περίφημη κόλαση ήταν τελικά άδεια; Όπου και να έστρεφα το βλέμμα του… μια έρημη γη, μια απέραντη χέρσα έκταση, μια αφύσικη ομοιομορφία…
Κι έτσι άρχισα να βαδίζω προς το βάθος με μια ελπίδα ότι κάπου κάτι θα συναντούσα. Και πράγματι δεν έπεσα έξω… Μετά από κάμποσες ώρες είδα καθισμένο σε μια πέτρα έναν ασκητή.
‘Τι κάνεις εδώ άγιε πατέρα;’ τον ρώτησα.
‘Είμαι ο Αντώνιος νέε μου, δεν με αναγνώρισες;’
‘Ο Αντώνιος;’ ψέλλισα με απορία.
΄Ένας άγιος στην κόλαση ε;’ έβαλε τα γέλια ο ασκητής. ‘Μα εγώ το ζήτησα. Ήταν η ύψιστη ανάγκη μου, η τελευταία μου επιθυμία. Είχα υπερνικήσει πια όλους τους πειρασμούς. Δεν υπήρχαν άλλοι πια. Η ζωή μου ήταν εντελώς άδεια. Και ζήτησα απ το θεό να με στείλει στην ίδια τη κόλαση. Τι να κάνω τον παράδεισο εγώ, του είπα. Εγώ γεννήθηκα για να πολεμάω. Κι έτσι βρέθηκα εδώ. Ηλίθια επιλογή. Δεν υπάρχει τίποτα εδώ, ούτε πειρασμοί, ούτε τίποτα…’
Στεναχωρέθηκα από τη λανθασμένη επιλογή του αγίου, αλλά μη μπορώντας να επέμβω, τον αποχαιρέτησα με σεβασμό και προχώρησα ακόμη πιο μέσα στη μεγάλη αυτή έρημο, που δε νομίζω να τέλειωνε πουθενά
Πιο κάτω, συνάντησα ένα δαφνοστεφανωμένο νέο.
‘Τι κάνεις εδώ φίλε;’ τον ρώτησα.
‘Είμαι ο Ντάντε νέε μου, δεν με αναγνώρισες; O Ντάντε Αλιγκιέρι’.
‘Μα εσύ, στη κόλαση; Εσύ που την είχες ήδη επισκεφτεί και μετά έφτασες μέχρι τον ουρανό, ξαναγύρισες πάλι εδώ;’
‘Ένα ποίημα ήταν νέε μου, μια λογοτεχνική απόπειρα. Κι έτσι ζήτησα τώρα πια να τη γνωρίσω και στη πραγματικότητα. Καμία σχέση… Είδες… άμα δεν έχεις οδηγό. Δεν υπάρχει Βιργίλιος εδώ, μόνο στη φαντασία μου υπήρχε…’
΄Κι η Βεατρίκη;’, τον ρώτησα, επιδεικνύοντας και λίγο τη μελέτη που είχα κάνει επισταμένα στη θεία κωμωδία.
‘Τίποτα… Ακούς; τίποτα. Θέλω απεγνωσμένα να επιστρέψω και να τη ξαναβρώ, αλλά στο είπα και πριν, εδώ δεν υπάρχουν οδηγοί…’
‘Ντάντε, επειδή κάτι ξέρω εγώ κι απ τα μελλούμενα, μάθε ότι αν κάποιος βγει ποτέ από δω θα είσαι σίγουρα εσύ. Η Βεατρίκη σε περιμένει ως την αιωνιότητα κι αυτός ο κόσμος δε μου φαίνεται άτρωτος στα βέλη της, στα βέλη της κάθε Βεατρίκης…’
Προχώρησα κι άλλο. Αναρωτώμενος τι να σημαίνουν όλα αυτά.
Πιο κάτω συνάντησα ένα πολεμιστή, πάνω σ ένα πελώριο άλογο, σταχτί με μακριά χαίτη.
‘Σε χαιρετώ. Τι υπάρχει πέρα στα βάθη;’ τον ρώτησα.
‘Τίποτα. Ένα τεράστιο τίποτα. Με ξεγέλασε. Ακούς; Δε θα του το συγχωρήσω ποτέ. Με ξεγέλασε εμένα, τον πιο μεγάλο κατακτητή, τον κύριο όλης της οικουμένης.’
‘Ποιος είσαι;’ Τον ρώτησα.
Η ερώτηση αυτή αντήχησε μέσα του σαν η μεγαλύτερη προσβολή που είχε ποτέ ειπωθεί. Σήκωσε το σπαθί του απειλητικά κατά πάνω μου. Και τότε κατάλαβα.
‘Αλέξανδρε!!!’ ψέλλισα. ‘Κι εσύ εδώ;’
Η αναγνώριση λειτούργησε λυτρωτικά.
‘Ναι, εδώ. Ζήτησα απ το Μιχαήλ να μεσολαβήσει στο θεό του και να μ’ αφήσει να κατακτήσω τους λαούς της κόλασης, να τους γνωρίσω από κοντά και να τους φέρω τα δώρα του πολιτισμού. Αλλά με ξεγέλασε ο θεός σας. Εδώ δεν υπάρχει τίποτα. Η απόλυτη ερημιά, χειρότερη κι απ τη Γεδρωσία. Τελικά μόνο το Δία μπορεί κανείς να εμπιστεύεται…’
Κι έφυγε καλπάζοντας προς το πουθενά…
Λίγο μετά συνάντησα μια κοπέλα, ούτε είκοσι χρονών, πολεμίστρια κι αυτή με περικεφαλαία, πανοπλία κι ασπίδα. Ότι και να φόραγε δεν μπορούσε να κρύψει την ομορφιά της. Απεναντίας, την τόνιζε στο έπακρο. Αυτήν την ήξερα, την ήξερα καλά. Είχα ζήσει από κοντά το δράμα της, δίπλα στη πυρά, μέχρι την τελευταία της πνοή.
‘Ιωάννα’, της ψιθύρισα, ‘Ιωάννα, μα τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;’
‘Άγγελε μου σ ευχαριστώ. Τελικά δεν μ αφήνεις ποτέ, ε;’
‘Μα πες μου πώς βρέθηκες εσύ εδώ;’
‘Τι πίστευες άγγελε μου μετά από τόσο μαρτύριο θα κατέληγα στον Παράδεισο;’
‘Μα βέβαια, ήμουν απόλυτα σίγουρος για σένα, ειδικά για σένα, πιο πολύ απ τον καθένα’
‘Όχι άγγελε μου, αν επιτρέψεις στα μαρτύρια ν αρχίσουν, τότε είναι πολύ δύσκολο να σταματήσουν ποτέ…’
Αντί γι απάντηση την πήρα στην αγκαλιά μου. Την κρατούσα απ το χέρι και βαδίζαμε προς το άγνωστο. Δεν θα έφευγα ποτέ απ αυτόν τον τόπο χωρίς εκείνη… Δεν θα την έχανα για μια ακόμη φορά…
Περπατούσαμε επί ώρες, επί μέρες, επί μήνες, επί χρόνια, και δεν γερνούσαμε. Ζούσαμε την αγάπη μας μες στη κόλαση, κι η κόλαση δεν μας άγγιζε, μέχρι που έφτασε η ώρα να φτάσουμε στο κέντρο αυτής της έρημης χώρας…
Ένας τεράστιος πύργος υψωνόταν μέχρι τον ουρανό. Όχι μέχρι τον ουρανό. Τον διαπερνούσε κι αυτόν και συνέχιζε, και συνέχιζε, μέχρι πού άραγε; Φλόγες και πέτρες εκσφενδονίζονταν από μέσα σου.
‘Ο οίκος του θεού’, ψέλλισα με τρόμο, ‘εδώ μέσα καίγεται ο ίδιος ο θεός’.
Έσφιξα την Ιωάννα στην αγκαλιά μου, τη φίλησα κι έτρεξα να μπώ μέσα, ν αφουγκραστώ το μεγάλο μυστικό. Σε κλάσματα δευτερολέπτου στράφηκα πίσω, άρπαξα την Ιωάννα απ το χέρι και όρμησα μες στις φλόγες. Το είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου. Δε θα τη ξανάφηνα ποτέ πίσω. Ανεβαίναμε επί ώρες τη μισο-γκρεμισμένη σκάλα, κι όποιο σκαλοπάτι αφήναμε πίσω μας γκρεμιζόταν μετά από λίγο για να μας υπενθυμίσει ότι δεν υπάρχει επιστροφή. Κι εκεί, ξάφνου, μέσα από ένα βαθούλωμα άκουσα μια φωνή…
‘Ραφαήλ αδελφέ μου’
Κοίταξα γύρω μου. Δεν υπήρχε τίποτα. Κι όμως, ήταν ο αγαπημένος μου αδελφός. Αυτός που όλοι μάθαμε ότι έκανε το μεγάλο παράπτωμα και μετά είχαμε καταδικαστεί να μην τον ξαναδούμε ποτέ πια.
‘Εωσφόρε, φως του ουρανού, επιτέλους σε ξανακούω. Πού είσαι; Σε έχουμε επιθυμήσει όλοι όσο ποτέ… Πού είσαι αδελφέ μου; ’
Είχα ριγήσει. Το ωραιότερο πλάσμα του δημιουργού ήταν λοιπόν φυλακισμένο εδώ…
‘Ραφαήλ, η καταδίκη μου είναι μεγάλη. Δεν έχω πια πρόσωπο, δεν έχω σώμα, έγινα πνεύμα, έγινα αέρας, έγινα κενό, είμαι πια ο βασιλιάς των πνευμάτων. Φύγετε γρήγορα εσύ κι η αγαπημένη σου. Φύγετε γρήγορα προς τα πάνω.’
Αυτή η κραυγή έγινε μέσα μου η πιο μεγάλη προτροπή που είχα νιώσει ποτέ στη ζωή μου, μια ζωή απέραντη, που δεν θυμάμαι αν ξεκίνησε ποτέ. Κρατώντας απ το χέρι την αγαπημένη μου, τρέχαμε με μανία να προλάβουμε την αόρατη επίθεση του πνεύματος πάνω στις μορφές μας.
Κι επιτέλους βρήκαμε το άνοιγμα. Κι επιτέλους ο άπειρος ουρανός μας αγκάλιασε, ένας ουρανός γεμάτος αστέρια, ένας ουρανός γεμάτος πύρινες μορφές. Κι επιτέλους θα είχα για πάντα στην αγκαλιά μου την αγαπημένη μου, με το γλυκό ακτινοβόλο της πρόσωπο, να αντέχει μες στην αιωνιότητα, τις απειλητικές ριπές των πνευμάτων…

Copyright by Markos-the-Gnostic

16 comments:

αλκιμήδη said...

Πολύ μου άρεσε αυτό.
Ειδικά αυτή η φράση "αν επιτρέψεις στα μαρτύρια ν αρχίσουν, τότε είναι πολύ δύσκολο να σταματήσουν ποτέ" καίει με την αλήθεια της

Καλημέρα

114ΛΕΞΕΙΣ said...

καλημερα και απο εμενα.
Μια άλλη κόλαση από αυτη του Δάντη.

markos-the-gnostic said...

alcimede καλημέρα - ναι μάλλον - ο άνθρωπος για να ευτυχήσει μάλλον πρέπει να 'προπονηθεί' στην ευτυχία ως διάθεση τουλάχιστον
padrazε καλημέρα - τελικά μάλλον η κόλαση είναι προσωπική υπόθεση του καθενός

bebelac said...

Το άλλο σου όνομα είναι Αλιγκιέρι;
Πολύ ωραίο δείγμα της λεγόμενης "μεταφυσικής λογογεχνίας".

Alexandra said...

ονειρικό! αυτή η γραφή σου πάει.

και πάλι η αγάπη κατακτά τα πάντα!

:)

markos-the-gnostic said...

σ ευχαριστώ αλεξάνδρα - ναι το πιστεύω αυτό για την αγάπη - έχει μια δύναμη που λόγω δυσπιστίας συχνά την αγνοούμε

παλιο-lizard ίσα-ίσα χαίρομαι γιατί οι εικόνες είναι πολύ σπουδαία φάση όταν τις ζεις - και βέβαια ο οίκος του θεού της tarot είναι εικόνα από τις λίγες

Χαρτοπόντικας said...

Ο ερωτευμένος Άγγελος! Το μόνο που μπορώ να φέρω στο μυαλό μου σαν ανάλογο είναι το βιβλίο του Ενώχ, όπου κι εκεί οι άγγελοι ερωτεύθηκαν τις θυγατέρες των ανθρώπων αλλά αυτό συνετέλεσε στην πτώση τους

markos-the-gnostic said...

σωστά χ/π - ένας από τους πιο γοητευτικούς μύθους - ιδίως αν σκεφτείς ότι χωρίς την πτώση δεν θα υπήρχε ποτέ η πορεία της ανόδου, μια πορεία συνυφασμένη με όνειρα και στόχους, που είτε ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα είτε όχι, είτε υπάρχει πραγματικότητα είτε όχι
μη ξεχνάς άλλωστε τη μαγική επίδραση των μύθων στις ψυχές μας...

Kyrios Elefantas said...

πολύ ωραίο
(βέβαια δεν υπάρχει τέτοια παράδοση στις Γραφές αλλα δεν πειράζει :)

καλημέρα

markos-the-gnostic said...

μεσιέ ελέφαντα
η παράδοση των γραφών μιλά απλά για την πτώση του εωσφόρου και τη μάχη με τον Μιχαήλ.
η περιγραφόμενη εδώ κάθοδος στη κόλαση του Ραφαήλ είναι πέραν των γραφών...
[εσύ άλλωστε ως religion-man τα ξέρεις καλύτερα]
σ ευχαριστώ για την επίσκεψη
[μπήκα στο δικό σου και το βρήκα πολύ κοντά στα δικά μου - ωραία]

Αλεπού said...

οπότε, πιστέυουμε στην πτώση γαι να έρθει και η άνοδος ε;

markos-the-gnostic said...

μα φυσικά my αλώπηξ, κι όπως έλεγε ο μέγας Καζαντζάκης, όσο πιο πολύ βουτηχτεί κάποιος στη λάσπη τόσο πιο μεγάλο θα είναι το άλμα του που θα τον φτάσει στα ουράνια...

Kyrios Elefantas said...

πάντα είχα μια συμπάθεια για τους γνωστικιστές :)

καλή συνέχεια

ellinida said...

Χμμ υπέροχο ! Σαφώς και πρέπει να γνωρίσεις την κόλαση για να εκτιμήσεις τον παράδεισο .
Δεν υπάρχει τίποτα εκεί ε ; Κρίμα ! Κι'έλεγα να πάω μιά βόλτα .
:)))

allmylife said...

Και έτσι φεύγει η κ.Κ.
Υπέροχο!
Ευχαριστώ

markos-the-gnostic said...

Σας ευχαριστώ πολύ ιριδάκι και allml