Tuesday, November 21, 2006

poem-18

δέματα εδέσματα από ρητίνη
σε ανηφορικές διατυπώσεις
και
διασαλευμένες υπεκφυγές
που στριμώχνονται ηδονικά
σε λαιμούς μπουκαλιών
και
όλα διανυμένα μαζί

Monday, November 13, 2006

Έρως-Αγάπη-Πόθος

Η ζωή στο παρόν είναι ο έρωτας, η προβολή του έρωτα στο παρελθόν είναι η αγάπη και η προβολή του έρωτα στο μέλλον είναι ο πόθος. Ερωτας είναι η ζωή μέσα στις άπειρες στιγμές του παρόντος, καθώς από στιγμές γίνονται στιγμή. Αγάπη είναι η μάταιη προσπάθεια να συγκρατήσεις τον χρόνο και πόθος είναι η αγωνία να γεννήσεις και άλλο χρόνο.

Saturday, November 04, 2006

Ο θεός και το κουνούπι

Ας μιλήσουμε περί θεού…

Ως γνωστόν κάθε απόδειξη περί της ύπαρξης ή μη ύπαρξης του θεού στερείται σοβαρότητος, καθώς εισάγει παραπλανητικά σε μια υπό εξέταση πρόταση, έναν όρο άγνωστο, απροσδιόριστο, αντικειμενικά ανύπαρκτο.
Μειώνοντας στο ελάχιστο το βάθος και επεκτείνοντας στο έπακρο το εύρος της έννοιας ‘θεός’ τον καθιστούμε κατηγορούμενο των πάντων, μέλος δηλαδή μιας πανταχού παρούσας ταυτολογίας. «Η δύναμη είναι θεός», «η αδυναμία είναι θεός», «το καλό είναι θεός», «το κακό είναι θεός», κάτι σαν «τα άλογα είναι ζώα» και «τα γαϊδούρια είναι ζώα». Τι προσθέτει άραγε στην αντίληψη και τη βίωση μας ένας τέτοιος θεός; Μάλλον τίποτα.
Αν από την άλλη μετατοπίσουμε την έννοια ΄θεός’ από τη θέση του κατηγορουμένου στη θέση του υποκειμένου, τότε τον υποτάσσουμε σε κάτι ευρύτερο απ’ αυτόν. Υποστηρίζουν με περισσή ευκολία οι θεολόγοι ότι «ο θεός είναι πανάγαθος» και ότι «ο θεός είναι παντοδύναμος» χωρίς να τρομάζουν στην ιδέα ότι έχουν ήδη έτσι δημιουργήσει κάποιους υψηλότερους θεούς, το αγαθό και τη δύναμη.
Συμπέρασμα;
Εκτός από τη πρόδηλη πρόταση «ο θεός είναι θεός» που δε διαφέρει και πολύ από την πρόταση «το κουνούπι είναι κουνούπι», δεν μπορούμε να αρθρώσουμε τίποτε άλλο πειστικό περί του θεού.

Εκείνη

…Μέσα στη μανία του να θεωρεί το καθετί σα σύμβολο, άρχισε την προσπάθεια να αποκρυπτογραφήσει το σώμα της.
Το λευκό της δέρμα παρέπεμπε σε μια αγνότητα τύπου Άρτεμης, σα να τους προκαλούσε όλους χωρίς να υποκύπτει σε κανένα.
Τα κατακόκκινα χείλη της μάλλον υπονοούσαν την άβυσσο, τον ανοιχτό κρατήρα, την αδυσώπητη έλξη, τη μαγική τέχνη της Μήδειας, το ζωώδη σφυγμό του θανάτου.
Τα δάχτυλά της μου θύμιζαν τα ίχνη του εφήμερου, στάλες εριστικές, παιδικά εργαλεία.
Τα μαλλιά της με μετέφεραν στο Μεσαίωνα, σε ένα δάσος πυκνό με κρυμμένους ιππότες, καταδιωκόμενες μάγισσες και στο βάθος ένα κατακόκκινο ήλιο που συνεχώς δύει, χωρίς να δύει ποτέ.
Τα μάτια της, όλοι θα τα παρουσιάζατε σαν πύλη προς τον χαμένο παράδεισο. Ποιητικές αερολογίες! Τα μάτια της ήταν κάτι πολύ συγκεκριμένο, ήταν σκοτεινές κατακόμβες, όπου ποτέ δεν ήχησαν ευλαβείς λειτουργίες, που φιλοξενούσαν πάθη αναμμένα απ τις Σειρήνες και καταδικασμένα να μη σβήσουν ποτέ.
Όσο για τα πόδια της, το πιο απολαυστικό μέλος της, δε συμβολίζουν το παραμικρό. Γι αυτά γίνομαι εγώ σύμβολο, γίνομαι η γη τους, για να γεύομαι τις πατημασιές της, το γλυκύτατο βάρος της, που κατανέμεται αρμονικά πάνω μου, μες απ τα πέλματά της και τα προκλητικά ακροδάχτυλα της…

Απόσπασμα από το «Εκείνη» του Jesus Calderon, Εκδ. ‘Φίληβος’, μτφρ. Σ. Ιωαννίδης.

Σκοτεινή αρχιτεκτονική

…Όλες οι μορφές γύρω του ήταν πανομοιότυπες. «Πώς είναι δυνατόν;» σκέφτηκε. Εφόσον η μορφή είναι ουσιαστικά η έκφραση και έκφραση είναι η ψυχή, τότε όλες οι ψυχές είναι όμοιες; Και τελικά υφίσταται κάπου κάποτε η διάκριση; Ή είναι μόνο εντύπωση, υποκειμενική αντίληψη υποτιθέμενων οντοτήτων; Ζαλίστηκε, ένοιωθε να χάνεται ως παρατηρητής και όλα γύρω του να μετατρέπονται σε γκρίζους μεγάλιθους, αδιαφοροποίητη ουσία, δομικά υλικά μιας σχεδόν ανύπαρκτης δομής. Το μόνο που παρέμενε ζωντανό κι έντονα χρωματισμένο ήταν η Ανν, τα σαρκώδη χείλη της κι ο πόθος του να τη γευτεί χωρίς όρια. Υπήρχε… ναι τελικά υπήρχε… υπήρχε γι αυτήν. Και, γιατί όχι, ίσως κι εκείνη γι αυτόν…

Απόσπασμα από το «Σκοτεινή Αρχιτεκτονική» του James Livingston, Εκδ. ‘Σπουδές’, μτφρ. Ν. Αλλοίμονος.